O μεγιστάνας που θέλει να γίνει πρόεδρος

Προκλήσεις, επιτυχίες, αποτυχίες, σκάνδαλα και… ένοχα μυστικά.

Ο Ντόναλντ Τραμπ, δεν είναι ο αμερικανός δισεκατομμυριούχος που έχεις συνηθίσει. Παρότι η πλειοψηφία αυτής της συνομοταξίας έχει πολιτικές φιλοδοξίες – κυρίως γιατί το αμερικανικό κράτος παρότι ακολουθεί φιλικές προς αυτούς πολιτικές, δεν τους φαίνονται αρκετές- ο μόνος που έχει προσπαθήσει επανειλημμένως να κατέβει ως υποψήφιος πρόεδρος των ΗΠΑ είναι εν λόγω μεγιστάνας. Και εάν στο παρελθόν τον θεωρούσαν περίπου σαν τον αμερικανό Βασίλη Λεβέντη (σε επίπεδο γραφικότητας) ο Τραμπ τώρα πράγματι έχει πολλές πιθανότητες να λάβει το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων για τις προεδρικές εκλογές, αν και το κόμμα ανατριχιάζει μόνο στην ιδέα και ήδη αναζητεί εναλλακτικούς υποψήφιους.

Ο Τραμπ δεν είναι κάποιο άγνωστο όνομα στους αμερικάνους. Πέραν των διάφορων οικονομικών επιτυχιών και αποτυχιών, των ψίθυρων γύρω από την προσωπική του ζωή, ο πληθωρικός δισεκατομμυριούχος έχει προσπαθήσει κατά το παρελθόν επανειλημμένως να είναι υποψήφιος πρόεδρος.  Τρείς φορές, το 1988, το 2004 και το 2012 είχε αφήσει να εννοηθεί πως θα διεκδικούσε το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, ενώ το 2000 κατήλθε στις προκριματικές εκλογές του «Μεταρρυθμιστικού Κόμματος», όταν και ξεκίνησε κανονικά την εκστρατεία του επικρατώντας στις πολιτείες της Καλιφόρνια και του Μίσιγκαν.

Τελικά όμως αποσύρθηκε από τη διεκδίκηση του χρίσματος καθώς οι δημοσκοπήσεις του έδιναν αρκετά χαμηλά ποσοστά, αυτοπροσδιορίστηκε ως Δημοκρατικός για ένα μικρό χρονικό διάστημα και στη συνέχεια επέστρεψε στους Ρεπουμπλικάνους… Ακόμη δύο φορές, το 2006 και το 2014 έπαιξε με την ιδέα να κατέβει υποψήφιος κυβερνήτης της Νέας Υόρκης, δίχως ωστόσο να κάνει την… απειλή του πράξη, κάτι που έκανε εν τέλει φέτος.

Η εκστρατεία των Ρεπουμπλικάνων για τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου – εν αντιθέσει με αυτή των Δημοκρατικών- έχει μετατραπεί σε ένα ριάλιτι σόου, και σε κάθε ντιμπέιτ οι υποψήφιοι ανταλλάσσουν χτυπήματα κάτω από τη ζώνη. Σε αυτό βεβαίως ο Τραμπ είναι... ειδικός, καθώς ο λαϊκισμός του υπέρ των πλουσίων (όπως τον χαρακτηρίζουν τα αμερικανικά ΜΜΕ) φαίνεται να θέλγει την εκλογική βάση του Ρεπουμπλικανικού κόμματος: Ξεσπάσματα οργής, απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί εναντίον δημοσιογράφων και πολιτικών αντιπάλων, ακόμα και ανοίκειες επιθέσεις όπως οι απειλές ότι θα βγάλει τα «άπλυτα» της συζύγου αντιπάλου του στη… φόρα. Κατά μία έννοια, ο Τραμπ θεωρείται ιδανικός από ψηφοφόρους που θεωρούν πως και τα δύο μεγάλα κόμματα των ΗΠΑ είναι ίδια, πως το σύστημα είναι διεφθαρμένο και δεν μπορεί να μεταρρυθμιστεί. Ο Τραμπ πλασάρει τον εαυτό του ως αυτόν που αψηφά το πολιτικό κατεστημένο στην Ουάσινγκτον, εγείροντας τα πάθη στο εκλογικό σώμα με τις ομιλίες μίσους που δίνει.

Παρότι οι θέσεις του σε μία σειρά από ζητήματα –δεν έχει εκφράσει και πολλέςεξάλλου- είναι εξαιρετικά αντιδημοφιλείς, παρότι προέρχεται από την ανώτατη κοινωνική τάξη, ο λαϊκισμός του Τράμπ έγκειται στη δυνατότητα [ή έστω στην ψευδαίσθηση] που δίνει σε απογοητευμένους ψηφοφόρους να συνταράξουν το κατεστημένο στις ΗΠΑ, έστω και εάν ο ίδιος είναι το κατεστημένο και ωφελήθηκε δεόντως από αυτό

Σε τι πιστεύει ο Τραμπ

Ο Τραμπ δεν υπόσχεται κάποια θεαματική οικονομική αλλαγή. Το αντίθετο μάλιστα, όπως όλοι οι Ρεπουμπλικάνοι θέλει περαιτέρω φοροαπαλλαγές για τους πλούσιους και τις επιχειρήσεις, με τις περικοπές που προτείνει να ευνοούν τους πιο εύπορους αμερικάνους σύμφωνα με υπολογισμούς τουλάχιστον κατά 227.000 δολάρια το χρόνο. Σε σχέση με άλλους ομοϊδεάτες του ωστόσο, δεν στέκεται κάθετα αρνητικός στις πρωτοβουλίες των Δημοκρατικών σε θέματα κοινωνικής μέριμνας.

Δεν υπόσχεται κατάργηση του σχεδίου ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης που εισήγαγε ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα – το περίφημο Obamacare- αλλά τη αντικατάστασή του. Προτείνει όμως προτείνει κατακόρυφη αύξηση του προϋπολογισμού για τους αμυντικούς εξοπλισμούς και υπόσχεται «ψαλίδι» στις δαπάνες για την Παιδεία και την προστασία του Περιβάλλοντος, ενώ αντιτίθεται σφόδρα στην αύξηση των κατώτατων μισθών.

Τα θέματα μετανάστευσης όμως είναι το «φόρτε» του Τραμπ. Όπου σταθεί και όπου βρεθεί υπόσχετε την ανέγερση νέων τειχών στα σύνορα με το Μεξικό κατηγορώντας μάλιστα τη γειτονική χώρα ότι «στέλνει στις ΗΠΑ εγκληματίες, εμπόρους ναρκωτικών και… βιαστές». Διαβόητες είναι δε οι δηλώσεις του για μαζική απέλαση μεταναστών προτείνοντας μάλιστα να δημιουργηθεί ένα αστυνομικό σώμα που θα αναλάβει αυτό το απάνθρωπο έργο.

Όσο για τους μουσουλμάνους;  Κατά καιρούς έχει ζητήσει να απαγορευτεί η είσοδος για όλους στις ΗΠΑ, έχει προτείνει να «φακελώνονται» όσοι ζουν νόμιμα στη χώρα, αλλά και να παρακολουθούνται τζαμιά στις αμερικανικές πόλεις. Είναι εξάλλου φανατικός υπέρμαχος της οπλοκατοχής, σε σημείο να έχει το θράσος να σχολιάζει αμέσως μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι τον περασμένο Νοέμβριο, ότι εάν οι πολίτες είχαν όπλα η κατάσταση θα ήταν… διαφορετική, προκαλώντας όπως ήταν αναμενόμενο σαρωτικές αντιδράσεις τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού.

Συνεχίζει ακάθεκτος

Παρά ταύτα, ο Τραμπ όχι μόνο συνεχίζει ακάθεκτος τη διεκδίκηση του χρίσματος, αλλά σαρώνει και στις προκριματικές εκλογές. Μέχρι στιγμής έχει καταφέρει να κερδίσει 22 πολιτείες, έναντι 9 του βασικού αντιπάλου του Τεντ Κρουζ, με την πολιτική διαμάχη μεταξύ τους να έχει ξεφύγει πέρα από κάθε όριο.

Οι Ρεπουμπλικάνοι βλέποντας την… έφοδο του Τραμπ προς το χρίσμα, άρχισαν να εκφράζουν τον σκεπτικισμό τους. Θεωρούν ότι οι θέσεις που εκφράζει  ο επίδοξος πρόεδρος είναι… υπερβολικά δεξιές ακόμα και για το ίδιο το κόμμα, σε βαθμό μάλιστα που προκαλούνται συχνά - πυκνά βίαιες αντιδράσεις από διαδηλωτές που διακόπτουν ομιλίες του. Ήδη ο πυρήνας του κόμματος εμφανίζεται εξοργισμένος με τη ρητορική και την πολιτική λογική των όσων που εκφράζει, θέσεις που θεωρούν ότι κινούνται εκτός του πλαισίου αρχών του κόμματος και εκφράζονται σκέψεις να μπει «φρένο» στην απονομή του χρίσματος στον Τραμπ. Πριν από λίγο καιρό μάλιστα έκανε την εμφάνισή της η φημολογία ότι εξετάζονται εναλλακτικοί υποψήφιοι, με τον δισεκατομμυριούχο όμως να απαντά με τον γνωστό, πληθωρικό και εξοργισμένο του τόνο: Σε συνέντευξή του στο CNN απείλησε ευθέως ότι εάν δεν λάβει το χρίσμα, οι οπαδοί του θα κάνουν βίαιες… ταραχές στις ΗΠΑ καθώς όπως ισχυρίστηκε «αντιπροσωπεύει πολλά, πολλά εκατομμύρια κόσμου».

Όπως σημειώνουν ωστόσο αμερικανοί αναλυτές,  οι σκέψεις των Ρεπουμπλικάνων να μπλοκάρουν την υποψηφιότητα Τραμπ, θα είναι πολύ δύσκολο να γίνουν πράξη. Και αυτό γιατί η παρέμβαση τους ήρθε πολύ αργά, και ενώ ο μεγιστάνας βρίσκεται πάρα πολύ κοντά στο να αποκτήσει την απόλυτη πλειοψηφία των εκλεκτόρων στις προκριματικές εκλογές, έχοντας δημιουργήσει ένα πολιτικό ρεύμα υπέρ του, καθώς με το κόμμα και τα διάφορα Think Tanks που συνεργάζονται απέναντί του, φαίνεται να συγκεντρώνει την εκ δεξιών αντισυστημική ψήφο.

Και μία συνδιαλλαγή κάτω από το τραπέζι στο προσεχές συνέδριο του κόμματος όχι μόνο θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να πραγματωθεί, αλλά το κυριότερο: Θα δικαίωνε τον Τραμπ και τις κατηγορίες που «εκτοξεύει» κατά του κατεστημένου.

Ποιος είναι ο Τραμπ

Ποιος όμως είναι στην πραγματικότητα ο Ντόλαντ Τραμπ; Ακόμα και πριν ασχοληθεί με την πολιτική ο δισεκατομμυριούχος απασχόλησε επανειλημμένως την κοινή γνώμη των ΗΠΑ, με τη φήμη του να φυσικά να διαδίδεται πολύ εκτός της αμερικανικής ηπείρου.

Γεννημένος το1946 στη συνοικία Queens στη Νέα Υόρκη, απόγονος ο ίδιος γερμανών μεταναστών που έφτασαν στις ΗΠΑ το 1886. Το 1968 αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Πενσυλβανία, ενώ το 1971 ξεκίνησε την αμφιλεγόμενη καριέρα του στο χώρο των επιχειρήσεων και συγκεκριμένα στο real estate και έναν χρόνο αργότερα ίδρυσε τη δική του επιχείρηση, την πολυεθνική πλέον TrumpOrganization που αυτή τη στιγμή απασχολεί 22.450 εργαζόμενους  και διαχειρίζεται ακίνητη περιουσία ύψους 3,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Μία σταδιοδρομία που παρότι ο ίδιος το αρνείται σημαδεύτηκε από «φούσκες», επιχειρηματικές αποτυχίες και απώλειες αρκετών δισεκατομμυρίων δολαρίων, αφού ο Τραμπ έφτασε σε σημείο να αγοράσει μία ομάδα του αμερικανικού ποδοσφαίρου σε… ένα χρεοκοπημένο πρωτάθλημα.  

Ο Τραμπ έγινε ευρύτερα γνωστός τη δεκαετία του 80 στις ΗΠΑ, όταν και το πνεύμα των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στο μότο «λιτότεροι φόροι, λιγότερο κράτος» που εισήγαγε ο Ρόναλντ Ρίγκαν άρχισε να δημιουργεί μία γενιά εκατομμυριούχων που έσπευσαν να ωφεληθούν από τον μειωμένη κρατική εποπτεία και τις λογικές απορρύθμισης σε μία σειρά από τους τομείς της οικονομίας, αλλά και επηρέασε την ίδια την κουλτούρα της χώρας.

Επιτυχίες, αποτυχίες και… απάτες

Το 1983 εγκαινιάζει τον ύψους 202 μέτρων ουρανοξύστη Trump Tower στη Νέα Υόρκη, ενώ το 1988 θα έρθει θα δημιουργήσει τη δική του… αεροπορική εταιρεία, μία ιδέα που μπήκε στο πάνθεον των αποτυχημένων επενδύσεων.

Eτσι πήρε δάνειο ύψους 380 εκατομμυρίων ευρώ και εξαγόρασε το κερδοφόρο τμήμα της καταρρέουσας, αλλά κάποτε πανίσχυρης αεροπορικής εταιρείας Eastern Airlines,μετονομάζοντάς την σε Trump Airlines, η οποία και ποτέ στα τέσσερα χρόνια λειτουργίας της δεν εμφάνισε κέρδη. Το 1992 αναγκάστηκε να κλείσει πέφτοντας θύμα της πετρελαϊκής κρίσης που προκάλεσε ο πρώτος πόλεμος των ΗΠΑ στο Ιράκ.

Το 1989, ο Τραμπ θα εκδώσει μέχρι και… επιτραπέζιο παιχνίδι με το όνομά του, όπου στόχος ήταν οι καλύτερες συμφωνίες… Real Estate. Περιττό να αναφερθεί πως πωλήθηκαν ελάχιστα κομμάτια.

Έναν χρόνο αργότερα θα σκάσει και το πρώτο σκάνδαλο στην καριέρα του Τραμπ. Ενώ ξόδευε ένα εκατομμύριο δολάρια σε προσωπικά έξοδα, δεν πλήρωσε τους κατασκευαστές για κτίριο αξίας 60 εκατομμυρίων ευρώ σε δικό του ακίνητο στο Ατλάντικ Σίτι. Η ομάδα των κατασκευαστικών που έχτισαν ένα ξενοδοχείο και ένα καζίνο στην περιοχή δυσκολεύτηκαν πολύ να ανακάμψουν από τη χασούρα, ενώ ορισμένες εταιρείες χρεοκόπησαν.

Ωστόσο το 1991, και έπειτα από μία δικαστική διαμάχη αλλά και νέα δάνεια ώστε να χρηματοδοτήσει την επένδυση, ο Τραμπ κατέθεσε την πρώτη από τις τέσσερις αιτήσεις χρεοκοπίας για επιχείρησή του.  Θα ακολουθήσουν ακόμη τρεις, το 1992, το 2004 και το 2009.

Το 2006, λίγους μήνες πριν σκάσει η φούσκα στην αγορά ακινήτων των ΗΠΑ, ο υποψήφιος –πλέον- πρόεδρος δήλωνε στο CNBC πως «η αγορά θα παραμείνει ισχυρή για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα». Αυτή του τη διαβεβαίωση, ο Τραμπ τη συνόδευε με την προαναγγελία ίδρυσης μίας εταιρείας παροχής ενυπόθηκων δανείων. Οι εξελίξεις όμως δεν τον δικαίωσαν, καθώς τα προβλεπόμενα κέρδη ανήλθαν σε λιγότερο από το ένα τρίτο των προβλέψεων για 3 δισεκατομμύρια δολάρια, που έκαναν οι επιτελείς του, με αποτέλεσμα το 2007 να βάλει λουκέτο.

Και φυσικά, όπως έγραψε η Washington Post, δεν πλήρωσε ούτε τους… φόρους για την εταιρεία, ύψους 3.555 δολαρίων…

Το 2009, ο ήρωας της ιστορίας μας αποφασίζει να ασχοληθεί με τον μαγικό κόσμο των συμπληρωμάτων διατροφής. Ιδρύει το Trump Network, μία επιχείρηση που πωλούσε ως θαυματουργίες βιταμίνες αμφιβόλου προέλευσης. Πρακτικά όμως η εταιρεία λειτουργούσε με τη μέθοδο της πυραμίδας, όπου οι αγοραστές γινόταν πωλητές κερδίζοντας προμήθεια επί των πωλήσεων των «βιταμινών». Το εν λόγω εγχείρημα βεβαίως δεν κράτησε πολύ, αφού η επιχείρηση πωλήθηκε – μαζί με τις ζημιές της σε νέους επενδυτές, οι οποίοι και επωμίστηκαν τα βάρη.

O πολυπράγμων δισεκατομμυριούχος κατά καιρούς δεν έχει αρκεστεί μονάχα στις οικονομικές δραστηριότητες. Θα κάνει άνοιγμα στον χώρο της Παιδείας, στήνοντας το 2005 ένα πανεπιστήμιο – μαϊμού, θέμα που ήρθε πρόσφατα στην επικαιρότητα. Στην ουσία επρόκειτο για ένα κερδοσκοπικό επενδυτικό πρόγραμμα που σύμφωνα με τις εισαγγελικές αρχές ήταν «απάτη». Ο Τραμπ κατηγορείται για την ακρίβεια ότι παραπλανούσε τους φοιτητές ώστε να καταβάλουν δίδακτρα για προγράμματα, μαθήματα και σεμινάρια πιστεύοντας ότι επρόκειτο για ένα κανονικό, αδειοδοτημένο πανεπιστήμιο.

Χρησιμοποιούσε μάλιστα τακτικές «δολώματος» για να κατευθύνει τους «φοιτητές» του σε σεμινάρια υψηλού κόστους, ενώ ήδη από το 2005 οι αρχές γνώριζαν πως λειτουργούσε χωρίς κρατική πιστοποίηση.

Κατά τη διάρκεια της καριέρας του βεβαίως, χρησιμοποιούσε κατά το δοκούν τα «παραθυράκια» των νόμων σε διάφορες πολιτείες, για να προωθήσει τα οικονομικά συμφέροντά του. To 1994  η εταιρεία του Τραμπ κατάφερε να συμφωνήσει με τις αρχές της πόλης Μπρίντζπορτ να «βγουν από τη μέση» πέντε μικρές επιχειρήσεις στα πλαίσια μιας οικονομικής συμφωνίας για την κατασκευή ενός χώρου αναψυχής, χρησιμοποιώντας το νόμο περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων.

Πέραν της πενιχρής που έδωσε –και τις υποσχέσεις για νέες θέσεις εργασίας, το έργο δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, στη συνέχεια προσπάθησε να φτιάξει εκεί ακόμη ένα καζίνο πράγμα που δεν στάθηκε δυνατό. Εντέλει, πούλησε την έκταση που αγόρασε πίσω στον δήμο και ως αντάλλαγμα δεν πλήρωσε ποτέ… 300.000 ευρώ που χρώσταγε σε φόρους ακίνητης περιουσίας.

Ένα πρόσφατο περιστατικό, αφορά την μήνυση ενός μοντέλου από την Τζαμάικα κατά του πρακτορείου μοντέλων που διατηρεί ο μεγιστάνας. Η Αλεξία Πάλμερ κατηγορεί την εταιρεία Trump Model Management ότι έδωσε ψευδείς πληροφορίες στην αμερικανική κυβέρνηση ότι η ίδια θα πληρωνόταν 75.000 δολάρια τον χρόνο για το διάστημα που θα ζούσε στις ΗΠΑ. Παρόλα αυτά, η ίδια ισχυρίζεται ότι έλαβε μόλις 3.880 δολάρια τα τρία χρόνια που διήρκεσε το συμβόλαιό της με το πρακτορείο.

Η καταγγελία κάνει λόγο μεταξύ άλλων για ψευδείς παραστάσεις και παραβιάσεις του εργατικού και μεταναστευτικού δικαίου των Ηνωμένων Πολιτειών, με το μοντέλο να ζητεί αποζημίωση 225.000 δολαρίων. Για την εν λόγω υπόθεση, το δικαστήριο θα αποφανθεί μέσα στον μήνα.

Περίεργες είναι οι σχέσεις του δισεκατομμυριούχου και με την οικογένειά του. Για αρχή αξίζει να αναφέρουμε πως ο μεγιστάνας έχει παντρευτεί τρεις φορές: Το 1972 την Ιβάνα Ζελνίκοβα, το 1993 τη Μάρλα Μαπλς και το 2005 τη Μελάνια Κνάους.

Στο παρελθόν ο Τραμπ είχε εκφράσει τον θαυμασμό του για την κόρη του με τον πιο περίεργο και ακραίο τρόπο. Είχε δηλώσει για την ακρίβεια ότι θα γινόταν σύντροφος της κόρης του, Ιβάνκα, εάν δεν ήταν παντρεμένος και εάν εκείνη δεν ήταν παιδί του. Επίσης, έχει αναφέρει στο παρελθόν ότι δεν θα τον ενοχλούσε καθόλου το σενάριο να δει την Ιβάνκα να γίνεται «κουνελάκι» του Playboy. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μητέρα της κόρης του, η πρώτη του σύζυγος Ιβάνα, είχε στο παρελθόν καταγγείλει τον μεγιστάνα για επίθεση, όμως στη συνέχεια απέσυρε τις κατηγορίες.

Ο Ντόλαντ Τραμπ σίγουρα είναι μία ιδιάζουσα περίπτωση δισεκατομμυριούχου. Και όσο περισσότερο πλησιάζει προς το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων – κατ επέκταση στον προεδρικό θώκο, τόσο θα μεγαλώνουν οι αντιδράσεις και θα διχάζεται η αμερικανική κοινωνία. Το μόνο σίγουρο είναι πως το αμέσως προσεχές διάστημα δεν πρόκειται να πλήξουμε…

O μεγιστάνας που θέλει να γίνει πρόεδρος
  1. Section 1